Συντάκτης: panoskazakos

Προσαρμογή αντί ψευδαισθήσεων

Δημοσιεύθηκε στη Huffington Post, 20.08.2015

Καθώς η δημόσια συζήτηση εστιάζει στις τακτικές κινήσεις των πολιτικών ομάδων εν όψει εκλογών, τείνει να επικαλύψει ένα ουσιαστικό ερώτημα: Τι σηματοδοτεί για το μοντέλο οικονομίας και οικονομικής πολιτικής της μεταπολίτευσης η επιλογή της κυβέρνησης να επικυρώσει τη σύμβαση με τον ΕΜΣ για χρηματοδοτική στήριξη και το «μνημόνιο συνεννόησης για τριετές πρόγραμμα του ΕΜΣ» (2015-2018) που περιλαμβάνει αυστηρή εποπτεία και χρονοδιαγράμματα για τη δημοσιονομική εξυγίανση και την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων σε ένα ευρύ φάσμα πολιτικών.

Υποστηρίζω ότι το νέο μνημόνιο, παρά την κριτική που μπορεί να γίνει σε διάφορα σημεία του βασίζεται, όπως και τα προηγούμενα, σε μια σαφή αντικρατικιστική αντίληψη (ή εκσυγχρονιστική για όσους δεν έχουν δυσκολίες με τις λέξεις) την οποία χρειάζεται επειγόντως η χώρα. Από άλλη σκοπιά, σηματοδοτεί μια δραματική ιδεολογική-προγραμματική στροφή -την απομάκρυνση από τις διάφορες εκδοχές ήπιου ή σκληρού εθνολαϊκισμού που επικράτησαν κατά το μεγαλύτερο διάστημα της μεταπολίτευσης και, φυσικά, μας οδήγησαν στη σημερινή κρίση. Περιδιαβάζοντας την πρόσφατη ελληνική ιστορία εντοπίζω μια παρόμοια περίπτωση – το πείραμα του εκσυγχρονισμού (1996-2000), που βέβαια έμεινε ανολοκλήρωτο, αλλά πάντως απείχε προγραμματικά από το εθνολαϊκιστικό παρελθόν του ΠΑΣΟΚ.

Στην Ελλάδα, ο πολιτικός λόγος του εθνολαϊκισμού (στην «αριστερή» εκδοχή του, τη δεξιά δεν αξίζει να συζητούμε) ικανοποιούσε αθροιστικά και αδιάκριτα όλες τις απαιτήσεις κοινωνικών ομάδων και συντεχνιών στο όνομα του λαού: Αυξήσεις συντάξεων σε δικαστικούς, παραμονή του ΟΛΠ στα χέρια του Δημοσίου (και επομένως των συντεχνιών και προμηθευτών συναλλασσόμενων με αυτόν), κλείσιμο των ορυχείων στη Χαλκιδική, ανάκληση ρυθμίσεων στο σύστημα υγείας που επιχειρούσαν να βάλουν τάξη σε αυτό, διατήρηση προνομίων σε διάφορους τομείς του Δημοσίου, διορισμούς πελατών (με το αζημείωτο) στο Δημόσιο, κατάργηση των διστακτικών έστω μεταρρυθμίσεων στην Ανώτατη Παιδεία, ικανοποίηση δασκάλων που δεν θέλουν αξιολογήσεις κλπ.

Και ακόμα: Ο λαϊκιστικός λόγος απέδιδε την κρίση απλοϊκά στην έλλειψη εθνικής ανεξαρτησίας (και στα μνημόνια) και απαιτούσε απαλλαγή από αυτά και από το πλέγμα κανόνων που ρυθμίζουν τις διακρατικές σχέσεις κυρίως στο πλαίσιο της ΕΕ. Από οικονομική άποψη αυτά όλα μεταφράζονταν σε μια οικονομική πολιτική που εμπεριέχει στοιχεία χωρίς εσωτερική συνοχή και καλλιεργεί την ψευδαίσθηση ότι ο καθένας μπορεί να πάρει ό,τι θέλει από το κράτος, το οποίο εμφανίζεται σαν ένα είδος «υπεραγοράς» δώρων.

Η απότομη εγκατάλειψη του λαϊκισμού, που ανανεώνει προηγούμενες απόπειρες (1996, 2012) και ελπίζω να μη είναι προσωρινή τη φορά τούτη, ήταν αναγκαία για αλληλένδετους «περιβαλλοντικούς» (ή εξωτερικούς) και εσωτερικούς λόγους. Οι πρώτοι περιλαμβάνουν τις διεργασίες στην παγκόσμια και ευρωπαϊκή οικονομία, τις νέες τεχνολογίες και τους υπερεθνικούς ή διακρατικούς θεσμούς διακυβέρνησης που ρυθμίζουν τις σχέσεις μεταξύ κρατών. Παρά τα προβλήματα ιδίως του χρηματοπιστωτικού τομέα που απαιτούν νέου τύπου ρυθμίσεις), οι αγορές και ο ανταγωνισμός γίνονται ολοένα και σπουδαιότεροι παράγοντες για την ευημερία μιας χώρας ή και ηπείρου, για διεύρυνση των ευκαιριών ανάπτυξης και απασχόλησης. Ασκούν πίεση για προσαρμογές διαρκείας στο εσωτερικό της (κάθε) χώρας.

Οι εσωτερικοί λόγοι που υποδεικνύουν τη γενική κατεύθυνση που πρέπει υιοθετεί η εθνική πολιτική συνειδητοποιήθηκαν με καθυστέρηση.Περιλαμβάνουν όλα τα φαινόμενα που, σε αυτό το πραγματικό διεθνές και ευρωπαϊκό περιβάλλον, οδήγησαν τη χώρα για τρίτη φορά στα πρόθυρα χρεοκοπίας (2010, 2012, 2015). Πρόκειται για ένα πλέγμα ασθενών τυπικών θεσμών, κυρίαρχων αντιφιλελεύθερων ιδεών, αξιών και παραδοσιακών πολιτικών πρακτικών (πελατειακό σύστημα).

Η κυβέρνηση έπρεπε λοιπόν να υπογράψει το νέο μνημόνιο ως εργαλείο προσαρμογής των θεσμών και δομών της χώρας στον σύγχρονο κόσμο. Ας προσθέσουμε ότι δεν είχε άλλη επιλογή και ας είχε απορρίψει νωρίτερα έναν ηπιότερο συμβιβασμό. Όσα συνέβησαν από την ώρα που διέκοψε τις διαπραγματεύσεις τον Ιούνιο, η ΕΚΤ πάγωσε την έκτακτη παροχή ρευστότητας, επιβλήθηκαν κεφαλαιακοί έλεγχοι και η οικονομία πήρε ακόμα μεγαλύτερη υφεσιακή κλίση, ήταν μια σαφής προειδοποίηση για όσα θα συνέβαιναν χωρίς συμφωνία με τους εταίρους.

Η προειδοποίηση ισχύει ακόμα.

Κεντρική εισήγηση συνεδρίου: Οικονομικές διαστάσεις της συνταγματικής αναθεώρησης.

Κεντρική εισήγηση συνεδρίου: Οικονομικές διαστάσεις της συνταγματικής αναθεώρησης.

Ανάτυπο από τον τόμο Πρακτικών Συνεδρίου 15-16 Δεκεμβρίου 2014

ΑΘΗΝΑ 2015

PDF Download

Να αποφύγουμε τα χειρότερα – Μια κριτική στους κριτικούς της συμφωνίας στην Ευρωζώνη.

Δημοσιεύτηκε στο Books Journal, 03.08.2015 

Η Δήλωση της Συνόδου Κορυφής της Ευρωζώνης (12.7.2015) καθόρισε ουσιαστικά έναν οδικό χάρτη με κατάληξη ένα πρόγραμμα προσαρμογής με τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM). Προβλέπει προαπαιτούμενα και χρηματοδοτική κάλυψη επειγουσών αναγκών («χρηματοδοτική γέφυρα»). Επομένως είναι ένα προσύμφωνο για το πώς θα καταλήξουμε σε συμφωνία.

Υπεύθυνη πράξη παρά το τίμημα των καθυστερήσεων έως τότε.

Μέχρι τη Σύνοδο Κορυφής η ελληνική κυβέρνηση είχε να αντιμετωπίσει ένα πρόβλημα αξιοπιστίας στο εξωτερικό. Μετά τη συμφωνία και την έναρξη διαδικασιών εφαρμογής της έχει να αντιμετωπίσει και ένα πρόβλημα αξιοπιστίας στο εσωτερικό της χώρας, αφού το προηγούμενο διάστημα συντηρούσε ανεδαφικές, όπως αποδείχθηκε, προσδοκίες, που εκδηλώθηκαν εκκωφαντικά στο 62%  ΟΧΙ του δημοψηφίσματος. Αυτό το εσωτερικό πρόβλημα αξιοπιστίας μπορεί να έχει πολιτικές, κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι καθυστερήσεις από το καλοκαίρι του 2014 και ιδίως των τελευταίων πέντε μηνών έπληξαν βαριά την οικονομία και μετέτρεψαν την προοπτική ανάπτυξης 2,5% για το 2015 σε πραγματική ύφεση 4%! Δεν έχει γίνει σαφές ότιτο τίμημα των καθυστερήσεων από το Φθινόπωρο 2014  μέχρι τις 12 Ιουλίου 2015 δεν περιορίζεται μόνο στις απώλειες ΑΕΠ  και σε στάσιμη απασχόληση, αλλά περιλαμβάνει περαιτέρω χειροτέρευση των προοπτικών της χώρας το 2016 και αβεβαιότητες για τα επόμενα 3-5 χρόνια! Οι καθυστερήσεις τροφοδότησαν την αντίληψη στο εσωτερικό και εξωτερικό ότι η Ελλάδα είναι ένα αποτυχημένο κράτος, που δεν είναι σε θέση να εφαρμόσει διαρθρωτικές αλλαγές και θεσμικές βελτιώσεις που αποκαθιστούν την αξιοπιστία της οικονομικής πολιτικής και οδηγούν την οικονομία σε διατηρήσιμη ανάκαμψη.

Πάντως, η απόφαση του πρωθυπουργού να αναγνωρίσει ότι η χώρα με το Δημοψήφισμα βρέθηκε ένα βήμα πριν από μια πραγματική καταστροφή και να αποτρέψει τα χειρότερα μέσω μιας συμφωνίας με τους θεσμούς ήταν υπεύθυνη πράξη – για να χρησιμοποιήσουμε έναν όρο του Max Weber.  Υπεύθυνη πράξη ήταν και η στήριξη που παρείχαν κόμματα της αντιπολίτευσης.

Αυτή η συμφωνία περιλαμβάνει επώδυνα μέτρα, αλλά θα πρέπει να κριθεί στο σύνολό τηςΤο μείζον διακύβευμα ήταν και παραμένει να αλλάξει ο τρόπος λειτουργίας του κράτους και της οικονομίας. Οι μεταρρυθμίσεις, θα είναι η λυδία λίθος οποιασδήποτε τελικής συμφωνίας και μια ακόμα δοκιμασία για το αν η χώρα είναι σε θέση να εκσυγχρονίσει θεσμούς και δομές.

Οι μεταρρυθμίσεις συνδέονται άμεσα με αντιλήψεις για την ανάπτυξη. Στο κατά βάση φιλελεύθερο μοντέλο των  παλαιών «μνημονίων» και του υπό εκκόλαψη νέου η ανάπτυξη θα προέλθει από το άνοιγμα των αγορών, τις ιδιωτικοποιήσεις που οδηγούν σε νέες επενδύσεις και σειρά ολόκληρη οριζόντιων μεταρρυθμίσεων (για την εφαρμογή των νόμου και την επιτάχυνση της δικαιοσύνης, εκλογίκευση του ρυθμιστικού συστήματος (βλ. εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ που ήδη έχει αποδεχθεί η κυβέρνηση) κ.α. Υποστηρικτικό της ανάπτυξης ρόλο θα παίξουν οι βοήθειες των διαρθρωτικών ταμείων, η αναχρηματοδότηση του χρέους, η τεχνική βοήθεια,  ευρωπαϊκά επενδυτικά προγράμματα και, στο τέλος της διαδρομής η αναδιάταξη του χρέους.

Σημειώστε όμως ότι οι μεταρρυθμίσεις αποδίδουν σε βάθος χρόνου. Η Γερμανία π.χ. χρειάσθηκε 5 χρόνια προτού να δει την περιβόητη Agenda 2010 που υιοθέτησε η κυβέρνηση σοσιαλδημοκρατών και πρασίνων να αποδίδει. Εκτός τούτου, το προσύμφωνο με τους θεσμούς πάσχει από μια «ασυμμετρία» που με τη βοήθεια της πολιτικής μπορεί να το οδηγήσει σε αποτυχία: Προβλέπει πρώτα διάφορα φορολογικά μέτρα που λειτουργούν υφεσιακά (και ψηφίσθηκαν ήδη) και στη συνέχεια διαπραγμάτευση και συμφωνία με την κυβέρνηση για σειρά ολόκληρη μεταρρυθμίσεων. Κατά τη γνώμη μου θα έπρεπε να συμβεί το ακριβώς αντίθετο- πρώτα μεταρρυθμίσεις και μετά νέες φορολογίες.  Επιπλέον, ελλοχεύει ο κίνδυνος να εφαρμοσθούν τα φορολογικά μέτρα και οι μεταρρυθμίσεις ουδέποτε να γίνουν, δεδομένου κιόλας ότι η κυβέρνηση ακόμα και μετά τον ανασχηματισμό δεν πιστεύει σε αυτές όπως δηλώνουν οι υπουργοί της. Με άλλα λόγια το πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων μπορεί να μη βγαίνει πολιτικά! Οι πολιτικές αναταράξεις (π.χ. για τη φορολογία αγροτών) δυσκολεύουν ήδη τη διαδικασία και προϊδεάζουν για τις επερχόμενες δυσκολίες.

Ενάντια σε αποφθεγματικού τύπου κριτικές.

Μολονότι δεν παραβλέπω την ασυμμετρία και τις ασάφειες του προσυμφώνου και τους πολιτικούς κινδύνους, εκτιμώ ότι η εφαρμογή του ως το τέλος είναι η καλύτερη λύση για τη χώρα και τούτο ενάντια σε ορισμένες αποφθεγματικού τύπου κριτικές.

Πρώτον, η εναλλακτική λύση ήταν και παραμένει μια άτακτη χρεοκοπία και χαοτική έξοδος από την Ευρωζώνη που θα είχαν ανυπολόγιστες οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές επιπτώσεις. Οι διάφορες ιδέες που κυκλοφορούσαν εν κρυπτώ από μαθητευόμενους μάγους  θα επέτειναν απλώς το χάος. Μια πρώτη ιδέα για το τι θα συμβεί αν δεν εφαρμοσθεί η συμφωνία της 12ης Ιουλίου μας έδωσαν οι εξελίξεις μετά την εισαγωγή των capitalcontrols και την προκήρυξη του δημοψηφίσματος.  Αν μάλιστα καταλήξουμε σε επιστροφή στη δραχμή, που η κυβέρνηση δεν επιθυμεί, η χώρα θα εμπλακεί σε ένα φαύλο κύκλο υποτιμήσεων και πληθωρισμού και απότομη καθίζηση του βιοτικού επιπέδου. Το ΔΝΤ έχει υπολογίσει ότι η υποτίμηση έναντι του Ευρώ θα ήταν 50%, πράγμα που θα σήμαινε πληθωρισμό στο 35% και μείωση του ΑΕΠ κατά 8%. Η τελική συμφωνία με τους θεσμούς που πλέον διαφαίνεται στον ορίζοντα είναι σημαντική για να αποφύγουμε τα χειρότερα σε βάθος δεκαετίας. Σε άλλη διατύπωση: Η ταχεία ολοκλήρωση της διαδικασίας παρά τις πολιτικές – ιδεολογικές δυσκολίες, ήταν και παραμένει σε όρους γενικής ευημερίας προτιμότερη από την παράταση της εκκρεμότητας ή και από μια ενδεχόμενη  άτακτη χρεοκοπία.

Δεύτερον, Τα μέτρα ως σύνολο αντέχουν στην οικονομική κριτική καθώς δεν περιορίζονται σε αυξήσεις φόρων, επομένως ο συμβιβασμός, αν και όχι χωρίς προβλήματα, είναι με οικονομικά κριτήρια βιώσιμος. Περιέχει μια σημαντική αναπτυξιακή πτυχή (κρίσιμες μεταρρυθμίσεις + χρηματοδοτήσεις). Ο φόβος ότι θα αποτύχει ή ότι «έχει ήδη αποτύχει» είναι με οικονομικά κριτήρια αβάσιμος. Ειδικά τα στοιχεία της συμφωνίας που αφορούν σε χρηματοδοτήσεις, βοήθεια και  επενδύσεις εξουδετερώνουν εν πολλοίς τις υφεσιακές επιπτώσεις των νέων φορολογικών μέτρων.

Το επιχείρημα  ότι μετά την έξοδο από την Ευρωζώνη και ένα αρχικό «σόκ» η οικονομία θα ανέκαμπτε γρήγορα κυρίως γιατί η υποτίμηση θα βελτίωνε την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας είναι έωλο γιατί, ανάμεσα σε άλλα,  παραγνωρίζει ότι (α) με την έξοδο από την Ευρωζώνη θα έκλεινε η στρόφιγγα των εξωτερικών πόρων, (β) η επιστροφή στη δραχμή θα οδηγούσε κατά πάσα πιθανότητα στον φαύλο κύκλο  υποτιμήσεων και πληθωρισμού και εν τέλει σε μια ακόμα σκληρότερη λιτότητα (γ) παραγνωρίζει  τις διαρθρωτικές υστερήσεις της χώρας και (δ) σε τέτοιες διεργασίες πληρώνουν τον λογαριασμό οι ευάλωτες κοινωνικές ομάδες!  Όλα αυτά χωρίς να υπολογίσουμε τις χαοτικές καταστάσεις που θα προκαλούσε μεταβατικά η  παντελής έλλειψη προετοιμασίας.

Τρίτον, με δραχμή, βαθύτερη κρίση και υποτιμήσεις δεν θα εξαλειφθούν οι παθογένειες του σημερινού κρατικιστικού προτύπου, δεν θα γίνουν δηλαδή οι μεταρρυθμίσεις που  έπρεπε να είχαν γίνει από καιρό (με ή χωρίς μνημόνια). Αν τώρα πραγματοποιηθούν με συνέπεια, έστω υπό τις παρούσες δυσμενείς συνθήκες, τότε και σε συνδυασμό βεβαίως με την περαιτέρω ροή εξωτερικών πόρων   η οικονομία θα ανακάμψει.

Τέταρτον, είναι παραπλανητικό να συγκρίνεται η Δήλωση της Συνόδου Κορυφής με τη Συνθήκη των Βερσαλιών η οποία τότε επέβαλε στη Γερμανία τεράστιες αποζημιώσεις για τις καταστροφές που προκάλεσε στους γείτονες, ενώ η Σύνοδος Κορυφής προβλέπει αντίθετα την αποκατάσταση της ομαλής ροής δανείων και δωρεάν βοήθειας στην Ελλάδα. Τέτοιες ερμηνείες καθώς και

Οι επόμενοι μήνες και ίσως τα επόμενα 2-3 χρόνια θα είναι δύσκολα για την πολιτική, την κοινωνία και την οικονομία. Κατά τη γνώμη μας το έργο της προσαρμογής και της ανάκαμψης  επιβάλλει ευρύτερες πολιτικές συναινέσεις, που φαίνεται ότι διαμορφώνονται σε μονιμότερη βάση στο πολιτικό επίπεδο (όπως δείχνουν οι συγκλίσεις τμημάτων της κυβερνητικής πλειοψηφίας και της αντιπολίτευσης στις ψηφοφορίες για τα προαπαιτούμενα) και, οπωσδήποτε, κριτική επανεξέταση («αναστοχασμό» λέγουν οι φιλόσοφοι) ιδεών που συνόδευσαν  και πρακτικών που σημάδεψαν την πορεία προς την κρίση και εμπόδισαν την έξοδο από αυτή! Ο ανέμελος χαρακτηρισμός της όλης διαδικασίας ως «πραξικοπήματος» αποκαλύπτει έλλειψη λογικής και τροφοδοτεί τα αρνητικά ανακλαστικά ευρύτερων κοινωνικών ομάδων. Εμποδίζει την ορθολογική συζήτηση για τα συγκεκριμένα μέτρα. Σε συνθήκες ύφεσης θα τον εκμεταλλευθούν  οργανώσεις συμφερόντων που επιχειρούν να μετακυλήσουν τα βάρη της προσαρμογής σε άλλες και, βεβαίως, οι οπορτουνιστές του λαϊκισμού. Με παραπλανητικές ιστορικές αναφορές και νεογλωσσικές διαστροφές τύπου Όργουελ το μεταρρυθμιστικό έργο δεν γίνεται ευκολότερο.

Η νεοελληνική ανεδαφικότητα έναντι της Ευρώπης.

Δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα τα Νέα, 20.6.2015

Στην πολιτική μας κουλτούρα υπάρχει έντονη ανεδαφικότητα – όπως θα έλεγε ο Δημήτρης Γληνός. Αυτή τη σκέψη έκανα διαβάζοντας πρόσφατο πόνημα του Κ. Γουλιάμου με τον τίτλο «το τερατώδες είδωλο της Ευρώπης» (2014).  Γενικά, ο νεοελληνικός ανεδαφικότητα στην «αριστερή» της εκδοχή (η δεξιά της  με απασχολεί αλλού), έχει ως βάση ένα νεφελώδες και ανιστορικό πρότυπο ή ιδανικό – μια νεφελώδη ουτοπία. Με αυτή βάζει την πραγματικότητα να αναμετριέται! Υποδηλώνει την  ανάγκη για  μια ολική αλλαγή του «συστήματος» αλλά χωρίς να εξηγεί πως θα γίνει αυτό, τι ακριβώς θα οικοδομηθεί στα ερείπιά του και με ποια υλικά. Ο Karl Pooper θα θεωρούσε τέτοιες προσεγγίσεις ως στοιχεία της λογικής του ολοκληρωτισμού.

Στις καλύτερες περιπτώσεις η αναδίπλωση στην ουτοπία εκφράζει μια διανοητική και ίσως ηθική εξέγερση (για να χρησιμοποιήσω έναν όρο του Antonio Gramsci) κατά όντως προβληματικών φαινόμενων που σημαδεύουν τη διεθνή και ευρωπαϊκή σκηνή σήμερα και προκαλούν αβεβαιότητες για το μέλλον. Σε άλλες όμως περιπτώσεις οι ουτοπικές εκδρομές απλά δικαιολογούν και υπηρετούν την αντίσταση σε κάθε (αναγκαία) αλλαγή. Όπως και να έχει το πράγμα δεν λαβαίνουν υπόψη  την πολυμορφία της πραγματικότητας του κόσμου και της Ευρώπης – τα θετικά και τα αρνητικά. Π.χ. από τη σκοπιά μιας νεφελώδους ουτοπίας για τη Δημοκρατία η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι δημοκρατική. Δεν υπάρχει καν Δημοκρατία στον κόσμο!  Χρειάζεται να πούμε ότι είναι ο παραμορφωτικός φακός της ουτοπίας που κατασκευάζει «τερατώδη είδωλα»; Ότι δεν δείχνει πως η Ευρώπη διαθέτει ένα ελκυστικό κοινωνικό μοντέλο αν και σε διαφορετικές εκδοχές και με διαφορετικά προβλήματα;

Αναλύσεις επί τη βάσει νεφελωδών ιδεωδών κλείνουν τον δρόμο για διαφοροποιήσεις και  συγκριτική ανάλυση. Αδιαφορούν για ερωτήματα όπως τα εξής: Ποιες ακριβώς είναι οι αιτίες των σημερινών προβλημάτων; Τι έχουν κάνει άλλες χώρες για να τα λύσουν; Με ποιο αποτέλεσμα; Τι μπορούμε να μάθουμε ή από τι να προφυλαχθούμε; Επίσης, συγκρίσεις με μη καπιταλιστικές χώρες θα βοηθούσαν περισσότερο. Π.χ. τι ακριβώς συνέβη στις λεγόμενες σοσιαλιστικές χώρες όσον αφορά στις ανισότητες; Τι διδάγματα αντλούμε από τη δική τους πικρή εμπειρία; Ένα δεν είναι  ότι οι λύσεις μπορούν να έλθουν μέσω της πολιτικής διαδικασίας σε δημοκρατικές κοινωνίες, (π.χ. μέσω της φορολογίας) και όχι με τη διάλυση της οικονομίας της αγοράς;

Διευκρινίζω τα παραπάνω με ένα παράδειγμα: δεν υπάρχει  ένας καπιταλισμός αλλά πολλοί. Η αγγλοσαξονική βιβλιογραφία ασχολείται εντατικά με τα αντίστοιχα μοντέλα του «welfare capitalism» που είναι ένα είδος μικτού συστήματος σε διαφορετικές εκδοχές και με διαφορετικές οικονομικές και κοινωνικές επιδόσεις. Οι τύποι αυτοί διαφέρουν ως προς πολλά: Το μέγεθος και την ποιότητα του κράτους, τη δομή της κοινωνικής πολιτικής, τα ρυθμιστικά της οικονομίας συστήματα, τις εργασιακές σχέσεις κ.α.

Αν θέλουμε να κυριολεκτούμε καπιταλισμός σημαίνει ατομική ιδιοκτησία και ελεύθερος ανταγωνισμός στις αγορές. Το κράτος όμως έχει διογκωμένη παρουσία ιδίως μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση του ’30. Σήμερα πάνω από 40% των δραστηριοτήτων ελέγχονται από αυτό μέσω των δαπανών και των φόρων και της γραφειοκρατίας του. Το ποσοστό αυτό έχει οριακά μόνο προσαρμοσθεί προς τα κάτω. Το κράτος  ρυθμίζει τις οικονομικές δραστηριότητες, αλλού καλά, αλλού άσχημα όπως στην Ελλάδα, σταθεροποιεί την κίνηση της οικονομίας (του «καπιταλισμού»), αναδιανέμει πόρους, έχει οικοδομήσει ένα κοινωνικό κράτος (αλλού αποτελεσματικό, αλλού όχι), περιορίζει την επιχειρηματική επιδίωξη του κέρδους με πάσης φύσης ρυθμίσεις που αφορούν στο περιβάλλον, στην προστασία του καταναλωτή, στην υγεία, δημιουργεί υποδομές- και πάλι αλλού καλά και αλλού όχι. Πως εξηγούνται οι διαφορές στις δομές και στις επιδόσεις; Αν λάβουμε υπόψη όλα αυτά, τότε βέβαια μπορούμε να ασχοληθούμε με τα συγκεκριμένα προβλήματα των κοινωνιών μας.

Όμως η νεοελληνική ανεδαφικότητα  βλέπει τα πάντα ασπρόμαυρα – όπου το άσπρο  είναι η ασαφής ουτοπία και το μαύρο η πραγματικότητα στον κόσμο, στην Ευρώπη, στην Ελλάδα. Παρά τη γοητεία που ασκεί από αιώνες, δεν προσφέρεται για την αντιμετώπιση συγκεκριμένων προβλημάτων. Και συχνά συμβάλλει στο ότι οι λέξεις δεν σημαίνουν πια αυτό που πρέπει να σημαίνουν – π.χ. οι λέξεις «πραξικόπημα» και «κατοχή» που αφθονούν σε αριστερές και ακροδεξιές δηλώσεις.  Είναι ο εχθρός του καλύτερου. Εχθρεύεται όχι μόνο το παρόν, αλλά και οτιδήποτε επιχειρείται για τη βελτίωσή του – π.χ. το νοικοκύρεμα της δημόσιας οικονομίας και μεταρρυθμίσεις που καταργούν εύνοιες μειοψηφιών αλλά ωφελούν το σύνολο.